ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες θεωρούνται προκατειλημμένες δυσαρέσκειες. Το να πιστεύουμε ότι μία άρρητη προσδοκία θα μας φέρει αυτό που θέλουμε, είναι μία μαγική σκέψη που δεν είναι ρεαλιστική.

Πολλοί από εμάς (αν όχι όλοι) έχουμε προσδοκίες από τους συνανθρώπους μας, μικρές ή μεγάλες δεν έχει σημασία. Όταν αυτές δεν εκπληρώνονται αισθανόμαστε απογοήτευση και πολλές φορές θυμό. Το εκπληκτικό είναι ότι συχνά οι άλλοι (οικογένεια, φίλοι, σύντροφος) δε γνωρίζουν με σαφήνεια τι περιμένουμε από αυτούς, πώς να συμπεριφερθούν και να δείξουν έμπρακτα το ενδιαφέρον τους σε αυτά που εμείς περιμένουμε να κάνουν ώστε να νοιώσουμε ότι “είναι εκεί”.

Ωστόσο (και εδώ έχουμε την ανατροπή θα μπορούσε να πει κάποιος) γιατί πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως εφόσον δηλώσουμε την προσδοκία μας στο άλλο μέρος, εκείνο οφείλει να συμπεριφερθεί όπως το δικό μας συμφέρον ορίζει; Από πού προκύπτει η απαίτηση μας και γιατί θεωρούμε πως παραβιάζουν ένα άτυπο συμβόλαιο που έχουμε μαζί τους ή όπως πολύ εύστοχα αναφέρεται στο άρθρο που ακολουθεί, μία σιωπηρή κοινωνική σύμβαση;

Υιοθετώντας μη ρεαλιστικές προσδοκίες οδηγούμαστε σε συμπεράσματα που απέχουν από την πραγματικότητα και σίγουρα δε βοηθούν στο να χτίσουμε ανθρώπινες σχέσεις σε πραγματικά γερά θεμέλια. Μήπως τελικά υπάρχει μία απλούστερη προσέγγιση που μπορούμε να εφαρμόσουμε ώστε να νοιώθουμε καλύτερα και σε διάρκεια;

ΠΛΗΡΕΣ ΑΡΘΡΟ

Πιθανόν να έχετε ακούσει το ρητό: Οι προσδοκίες είναι προκατειλημμένες δυσαρέσκειες. Πιστεύω σε αυτή τη φράση, η οποία προφανώς έχει τις ρίζες της σε προγράμματα 12 βημάτων και εμπεριέχει μερικές χρήσιμες, πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την ψυχολογία των προσδοκιών. Η σημασία της μπορεί να προέλθει από την αναγνώριση δύο ψυχολογικών δεδομένων:

Πρώτον, αναμένοντας απλώς κάτι να συμβεί, δεν θα το κάνουμε εμείς οι ίδιοι να συμβεί. Ο αναπτυξιακός ψυχολόγος Jean Piaget παρατήρησε ότι τα μικρά παιδιά αντιμετωπίζουν δυσκολία στο να διαχωρίσουν στο μυαλό τους, τους υποκειμενικούς κόσμους από τον εξωτερικό, αντικειμενικό κόσμο. Σύμφωνα με τον Piaget, τα παιδιά λοιπόν, μερικές φορές πιστεύουν ότι οι σκέψεις τους μπορούν άμεσα να προκαλέσουν πράγματα να συμβούν. Για παράδειγμα, αν κάνουν θυμωμένες σκέψεις για τον μικρό τους αδελφό, πιστεύουν ότι μπορεί να τον κάνουν να πέσει απ’ τις σκάλες.

Ο Piaget αναφέρθηκε σε αυτό ως “μαγική σκέψη” και πρότεινε ότι όλοι μας το ξεπερνάμε περίπου στην ηλικία των 7 χρόνων. Σε αυτό το σημείο ο Piaget έκανε λάθος. Αποδεικνύεται ότι πολλοί φυσιολογικοί ενήλικες συνεχίζουν να εμπλέκονται σε ποικίλες μορφές μαγικής σκέψης. Η προσευχή μπορεί να είναι μια μορφή μαγικής σκέψης ή απ’ την τεράστια δημοτικότητα του “Νόμου της Έλξης”, ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι σκέψεις μας έλκουν γεγονότα στις ζωές μας. Για πολλούς από εμάς, είναι δύσκολο να ξεφύγουμε απ’ την ιδέα ότι προσδοκώντας κάτι να συμβεί, θα το κάνουμε να συμβεί.

Δεύτερον, οι άνθρωποι έχουμε μια έμφυτη τάση να στηρίζουμε τις ελπίδες μας για την ευτυχία σε εκπληρωμένες προσδοκίες. Δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτό, εφόσον έχουμε εύλογες δικαιολογίες να πιστεύουμε ότι η εκπλήρωση μιας προσδοκίας θα μας κάνει ευτυχισμένους και κάνουμε τα απαραίτητα βήματα προς την εκπλήρωση αυτών των προσδοκιών. Κάποιοι λόγοι για αυτό ίσως εμπεριέχουν τη γνώση μας από παρελθοντικές εμπειρίες μας, ότι δηλαδή συγκεκριμένα πράγματα μας κάνουν ευτυχισμένους.

Το πρόβλημα της προσδοκίας προκύπτει όταν περιμένουμε κάτι να συμβεί χωρίς να έχουμε εύλογους λόγους γι’ αυτή την προσδοκία. Εάν πιστεύω ότι από μόνες τους οι προσδοκίες μου θα μου φέρουν αυτό που θέλω, χρησιμοποιώ τη “μαγική σκέψη” και υποβάλλω τον εαυτό μου σε απογοήτευση. Αυτό είναι φανερό ακόμα και όταν μιλάμε για τον καφέ. Δεν μπορώ να φτιάξω ένα φλιτζάνι καφέ απλά με τη σκέψη μου. Πρέπει να ακολουθήσω τα απαραίτητα βήματα για να τον φτιάξω. Πρέπει να αλέσω τους κόκκους, να προσθέσω καφέ και νερό στην καφετιέρα και να πατήσω το κουμπί. Περιμένοντας να εμφανιστεί το φλιτζάνι με τον καφέ μου από μόνο του, είναι ψευδαίσθηση.

Αυτό είναι λιγότερο προφανές, όταν οι προσδοκίες μας αφορούν σε άλλους ανθρώπους. Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε αρκετά λογικοί για να συνειδητοποιήσουμε ότι η προσδοκία μας να κάνουμε πραγματικότητα μία κούπα καφέ προερχόμενη μόνο από τις σκέψεις μας, είναι εξωπραγματική. Ωστόσο, πολλοί από εμάς σε κάποιο βαθμό έχουμε πιστέψει εσφαλμένα ότι περιμένοντας τους άλλους ανθρώπους να συμπεριφερθούν με τον τρόπο που θέλουμε, πράγματι θα συμπεριφερθούν με αυτόν τον τρόπο. Ίσως ο ένας σύντροφος περιμένει απ’ τον άλλο να φτιάξει καφέ. Αυτό είναι καλό αν το άλλο πρόσωπο είναι στην ευχάριστη θέση να το κάνει. Αλλά τι συμβαίνει εάν το άλλο πρόσωπο δεν ενδιαφέρεται να ανταποκριθεί σε αυτή την προσδοκία; Αισθανόμαστε σοκαρισμένοι, ηθικά αγανακτισμένοι και δυσαρεστημένοι. Οι προσδοκίες είναι προκατειλημμένες δυσαρέσκειες.

Ίσως να μπορείτε σκεφτείτε παραδείγματα στη ζωή σας όπου έχετε νιώσει δυσαρεστημένοι με ανθρώπους που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες σας.

Περιμένοντας ότι η ζωή θα καταλήξει με τον τρόπο που θέλετε, εγγυημένα θα σας οδηγήσει σε απογοήτευση, γιατί η ζωή δεν τα φέρνει πάντα όπως τα θέλετε. Και όταν εκείνες οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες περιλαμβάνουν την αποτυχία άλλων ανθρώπων να συμπεριφερθούν όπως περιμένετε απ’ αυτούς, η απογοήτευση εμπεριέχει επίσης δυσαρέσκεια.

Γιατί δεν μας ενοχλεί όταν ένα φλιτζάνι καφέ δεν φτιάχνεται από μόνο του, αλλά θα μπορούσε να μας ενοχλήσει αν κάποιος άλλος δεν μας φτιάξει ένα φλιτζάνι καφέ; Από πού αντλούμε την αίσθηση της εξουσίας να σκεφτόμαστε ότι περιμένοντας απλώς τους άλλους να συμπεριφερθούν με τον τρόπο που θέλουμε, θα τους κάνουμε να συμπεριφερθούν έτσι; Και τι μας δίνει το δικαίωμα να θυμώνουμε με τους άλλους όταν δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες μας;

Η έρευνα για την ψυχολογία της ηθικής, δείχνει ότι οι προσδοκίες των ανθρώπων συχνά βασίζονται σε μια σιωπηρή κοινωνική σύμβαση. Δηλαδή, χωρίς πραγματικά να εκφράζουν τις προσδοκίες τους σχετικά με το δούναι και λαβείν σε μια σχέση, οι άνθρωποι κατασκευάζουν ιστορίες στο κεφάλι τους για θεμιτές προσδοκίες που έχουν ο ένας για τον άλλον. Έτσι, οι άνθρωποι σε μια σχέση έχουν μια “συμφωνία”, τα χαρακτηριστικά όμως της οποίας δεν έχουν συζητηθεί.

Είναι δύσκολο κάποιοι να ανταποκριθούν στις προσδοκίες σας όταν δεν γνωρίζουν ποιες είναι αυτές, αλλά ίσως εξακολουθείτε να βλέπετε αυτή την αποτυχία ως μια παραβίαση της κοινωνικής σας σύμβασης. Για παράδειγμα, κάποιοι υποστηρίζουν ότι άκουγαν τα προβλήματα φίλων τους για χρόνια, ακόμα κι αν τους ήταν πολύ δύσκολο, επειδή περίμεναν οι φίλοι τους να κάνουν το ίδιο για αυτούς όταν θα ήθελαν να μιλήσουν για τα προβλήματά τους. Όταν αυτό δεν συνέβη, οι φιλίες αυτές έληξαν.

Οι σιωπηρές προσδοκίες είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα πραγματοποιηθούν. Μιλώντας ανοιχτά σχετικά με το τι περιμένετε απ’ τους άλλους ανθρώπους, μπορεί να βελτιώσει τις πιθανότητες της εκπλήρωσης ή όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί: Μαθαίνοντας να μην περιμένω από τους ανθρώπους να γνωρίζουν τι θέλω και χρειάζομαι, έχω μάθει να είμαι πιο σαφής στην επικοινωνία μου μαζί τους. Δεν περιμένουμε να ξέρουν γιατί είμαστε θυμωμένοι. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε το λόγο που νιώθουμε αναστατωμένοι.

Ταυτόχρονα, δεν είναι ρεαλιστικό να σκέφτεστε απλώς ότι το να επικοινωνείτε ανοιχτά τις προσδοκίες σας, θα κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφερθούν όπως θέλετε. Το γεγονός ότι τα παιδιά δεν συμμορφώνονται πάντα με τις προσδοκίες των γονιών τους, φαίνεται να είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Αυτό τονίζει ένα δεύτερο είδος κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο βασίζεται στην εξουσία και όχι στην αμφίδρομη αμοιβαιότητα μιας φιλίας. Οι γονείς υποθέτουν ότι τα παιδιά τους πρέπει να υπακούσουν στις προσδοκίες τους, επειδή οι ενήλικες έχουν την εξουσία να διαχειρίζονται τις δουλειές του σπιτιού.

Ίσως αναρωτηθείτε: δεν είναι λογικό οι γονείς να περιμένουν ορισμένα πρότυπα συμπεριφοράς απ’ τα παιδιά τους; Εάν δεν το καταφέρετε, θα γίνετε ένας ανεύθυνος γονιός. Όμως, πρέπει να περιμένετε ότι τα παιδιά σας δεν θα ακολουθούν αυτά τα πρότυπα συνέχεια. Εσείς υπακούατε πάντα στις προσδοκίες των γονιών σας; Το έχει κάνει κανένα παιδί; Είναι εξωπραγματικό το να σκέφτεται κανείς ότι θα γίνει αυτό. Το ερώτημα είναι τι να κάνετε όταν τα παιδιά δεν ακολουθούν τους κανόνες που έχετε θέσει για να τα βοηθήσετε να είναι ασφαλή, υγιή και να αναπτύσσουν τις δυνατότητές τους. Εάν σκέφτεστε ότι η απάντηση είναι να δυσαρεστηθείτε και να θυμώσετε, να φωνάζετε και να απειλείτε, ίσως να θέλετε να εξετάσετε άλλες εναλλακτικές.

Ίσως να έχετε παρατηρήσει σε αυτό το άρθρο τη διάκριση ανάμεσα στις πραγματικές και στις μη πραγματικές προσδοκίες. Αυτή η διάκριση είναι τόσο σημαντική που η έκφραση θα πρέπει να διατυπωθεί ως: Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες είναι προκατειλημμένες δυσαρέσκειες. Το να πιστεύετε ότι μία άρρητη προσδοκία θα σας φέρει αυτό που θέλετε, είναι μία μαγική σκέψη που δεν είναι ρεαλιστική. Προσδοκώντας ότι κάνοντας κάτι που στο παρελθόν σας είχε οδηγήσει ανεπιφύλακτα στο αποτέλεσμα που θέλατε, είναι ρεαλιστικό. Περιμένοντας απ’ τους άλλους να κάνουν ό,τι σας συμφέρει, είναι μη ρεαλιστικό. Περιμένοντας τους άλλους να κάνουν κάτι που σας συμφέρει από κοινού, μπορεί να είναι ρεαλιστικό.

Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε την ακριβή ρίζα της φράσης: Οι προσδοκίες είναι προκατειλημμένες δυσαρέσκειες. Εντούτοις, γνωρίζω καλά τον λόγο που αυτή η φράση είναι δημοφιλής σε προγράμματα όπως οι Οικογενειακές Ομάδες Αλκοολικών Ανωνύμων. Οι αλκοολικοί και οι τοξικομανείς τείνουν να είναι τόσο επιβαρυμένοι από την κατάχρηση ουσιών που τους είναι απίθανο να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των άλλων. Το να μην έχουμε προσδοκίες από άτομα εξαρτημένα από χημικές ουσίες είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της ψυχικής μας υγείας. Όμως θα μπορούσα να πω ότι το ίδιο ισχύει όχι μόνο για τα παιδιά, τα οποία συχνά δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες λόγω της ανωριμότητάς τους και της φυσιολογικής αντιδραστικότητάς τους, αλλά επίσης και για όλους τους λειτουργικούς ενήλικες.

Αυτό συμβαίνει διότι ο καθένας από εμάς, ως ενήλικας, έχει τις προσωπικές του επιθυμίες και προγραμματισμό. Θέλουμε να κάνουμε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι προς το συμφέρον μας. Εάν περιμένουμε ότι οι άλλοι θα συμπεριφερθούν με τρόπους που δεν συνάδουν με τα συμφέροντά τους, πιθανότατα θα αντισταθούν και στις δικές μας προσδοκίες, αφήνοντάς μας δυσαρεστημένους. Σε τελική ανάλυση, πώς αισθάνεστε όταν οι άλλοι άνθρωποι περιμένουν από εσάς να κάνετε πράγματα που δεν είναι σύμφωνα με τους δικούς σας στόχους κι αξίες;

Δεν πρέπει να εμμένουμε σε προσδοκίες αλλά να αναζητούμε αυτά για τα οποία είμαστε ευγνώμονες, ακόμα κι όταν τα πράγματα δεν βαίνουν όπως ελπίζουμε και έτσι θα βιώνουμε τη γαλήνη περισσότερο από τη δυσαρέσκεια.

Εγώ κάνω τα δικά μου κι εσύ τα δικά σου.
Δεν ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθώ στις προσδοκίες σου.
Κι εσύ δεν ήρθες σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθείς στις δικές μου προσδοκίες.
Εσύ είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ.
Κι εάν κατά τύχη τα βρούμε, αυτό θα είναι υπέροχο.
Εάν πάλι όχι, δεν είναι στο χέρι μας.

Fritz Perls, “Gestalt Therapy Verbatim,” 1969

Πηγή: psychologytoday.com
Εισαγωγή: Βασίλης Κασιμάτης, Professional Business Consultant, Coach & Senior Trainer
Απόδοση: Τζατζαδάκη Ματρώνη, Φιλόλογος – Γλωσσολόγος, Φοιτήτρια Τμήματος Ψυχολογίας
Επιμέλεια (Πλήρες άρθρο): PsychologyNow.gr